lunch-hour - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

lunch-hour - translation to ρωσικά

FOOD CONTAINER
Lunch Box; Children's lunchbox; Lunch boxes; Lunch Boxes; Lunch pail; Lunch kit; Lunchpail; Lunch basket; Lunch-box; Lunch box; Lunchboxes
  • Insulated [[thermal bag]] with [[ice pack]]s
  • Lunch boxes

lunch-hour      

['lʌntʃauə]

существительное

общая лексика

обеденный перерыв (на работе)

обеденный перерыв

синоним

lunchtime

lunch-hour      
lunch-hour noun обеденный перерыв
packed lunch         
  • Japanese ''[[bento]]'' packed lunch
A LUNCH CARRIED TO A DESTINATION
Bag lunch; Sack Lunch; Box lunch; Brown bag lunch; Brownbag; Sack lunch; Brown bagger; Sack lunches; Matpakke; Lunch bag; Lunch packet
packed lunch бутерброды, сухой паёк

Βικιπαίδεια

Lunchbox

A lunch box (alt. spelling lunchbox) refers to a hand-held container used to transport food, usually to work or to school. It is commonly made of metal or plastic, is reasonably airtight and often has a handle for carrying.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για lunch-hour
1. Wasted time did not include the standard lunch hour.
2. The nearly simultaneous lunch–hour blasts agitated a jittery capital.
3. Only one person was reported injured in Thursday‘s nearly simultaneous lunch–hour attacks.
4. Its something you can do in your lunch hour or in the train.
5. The senator was joined at the lunch–hour event by the town‘s Democratic mayor, Michael J.
Μετάφραση του &#39lunch-hour&#39 σε Ρωσικά